Ξεκινώ τη θέαση του "The Tragedy of Macbeth" έχοντας στο μυαλό μου τρία βασικά ερωτήματα: 1ο ερώτημα, πώς θα "τσουλήσει" μια ταινία του Τζόελ Κοέν χωρίς τον αδελφό του Ίθαν - με τον οποίο έχει συμπορευτεί αποκλειστικά εδώ και δεκαετίες - στο πλευρό του, 2ο ερώτημα, πώς ο Κοέν θα αναμετρηθεί με την κινηματογραφική κληρονομιά του "Macbeth" και δη με την ταινία του Όρσον Γουέλς που αφενός είναι αδιαμφισβήτητα (για τον γράφοντα) η κορυφαία ιστορικά, αφετέρου "πλανάται" εικαστικά και αισθητικά πάνω από το εν λόγω "κοενικό" πόνημα από τις πρώτες κι όλας του σκηνές. 3ο ερώτημα, πώς θα "τιθασεύσει" ο Ντένζελ Γουάσινγκτον την μανιέρα και τις ερμηνευτικές του "ιδιοτροπίες" στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Μακμπέθ. Με μπούσουλα τα 3 αυτά ερωτήματα, πιάνουμε το νήμα του "The Tragedy of Macbeth" που στριμάρει εδώ και λίγες μέρες στο Apple Tv.
"The Tragedy Of Macbeth" - Ο Γουέλς, ο Μπέργκμαν και η "κοενική" ειρωνεία
Η κατά Κοέν εκδοχή του Macbeth κουβαλάει "μπόλικο" από το πνεύμα του "κοενικού" σύμπαντος. Η επιλογή του ασπρόμαυρου, οι ήρωες που εμφανίζονται αβέβαια πίσω από σκιές και σκοτάδια, ένα δυσοίωνο σκηνικό φτιαγμένο με εξπρεσιονιστικά δάνεια και επιτηδευμένη "φθήνια" υλικών λες και βγήκε από b-movie (με ξεκάθαρες αναφορές στην ταινία του Γουέλς), λειτουργούν αποτελεσματικά και "δένουν" το πνεύμα της "μαύρης" και οριακής ειρωνείας πάνω στην οποία οι Κοέν έχουν στήσει πολλές από τις ιστορίες τους, με τα λόγια του Βάρδου σωστά να έχουν εδώ τον κυρίαρχο πρωταγωνιστικό ρόλο.
Κάπως έτσι ο Κοέν στο "The Tragedy of Macbeth" "επικοινωνεί" με το σινεμά του Όρσον Γουελς, κλείνει υφολογικά το μάτι στην "Έβδομη Σφραγίδα" και τον Μπέργκμαν και ταυτόχρονα επενδύει με "καθαρότητα" και σαφήνεια τη δραματουργική δύναμη της ταινίας του στις άχρονες και αιώνια δισεπίλυτες θεματικές που αναβλύζουν από τις λέξεις του Σαίξπηρ.
Το "debate" για τον Ντένζελ
Αυτή, όμως, η απολύτως πιστή προσέγγιση πάνω στο "γνήσιο" υλικό του Βάρδου, είναι και ο λόγος που καθιστά παραπάνω από καθοριστική για την επιτυχία ή την αποτυχία της ταινίας την ερμηνευτική προσέγγιση του Μακμπέθ από τον Ντένζελ Γουάσινγκτον.
Κι έχω την αίσθηση ότι κάπου εδώ ανοίγει ένα debate στο οποίο δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις. Ο Μακμπέθ του Ντένζελ αναμφίβολα "γεμίζει" τα κάδρα και κατακλύζει τη μεγάλη οθόνη σε κάθε του εμφάνιση. Η ερμηνεία του είναι ηλεκτρισμένη και έντονη, αλλά κατά σημεία μοιάζει ανακόλουθη και αντιφατική.
Ο Γουάσινγκτον διαχειρίζεται με αξιοθαύμαστη μεστότητα την πορεία μετάβασης του "πρότερου" Μακμπέθ - του ήρωα που αβέβαια και δειλά "βυθίζεται" στο αίμα, στο κακό και στην αρχομανία, όμως αργότερα ο "παραδομένος" και "τυφλωμένος" από την εξουσία Μακμπέθ "δυσκολεύει" τον ηθοποιό, ο οποίος επιδίδεται σε μια άναρχη και ασυνάρτητη (ίσως και με ευθύνη του Κοέν) επίδειξη ερμηνευτικής "ελευθεριότητας" χωρίς αρχή, μέση και τέλος. Στον επίλογο του δράματος, ο Ντένζελ "ξαναπιάνει" το νήμα και απογειώνει τον "ηττημένο", έρημο και ανέστιο Μακμπέθ που βαδίζει προς το θάνατο όταν βλέπει το "δάσος" να πλησιάζει τελικά στο "κάστρο" του.
Κανένα debate για την Φράνσις
Αντίθετα η Φράνσις ΜακΝτόρμαντ παρότι δεν έχει όσο screentime της αναλογεί σαν υποκριτικό μέγεθος, απογειώνει το ρόλο της Λαίδης Μακμπέθ με την επιτομή αυτού που λέμε "ουσιαστικής" ερμηνείας. Ερμηνείας που αξιοποιεί με οικονομία τα εκφραστικά μέσα σώματος και προσώπου και που προοδευτικά και μεθοδικά κορυφώνει την τραγωδία της Λαίδης Μακμπέθ. Απαραίτητα τα credits στην "θεατρική" Κάθριν Χάντερ στον "τετραπλό" ρόλο των τριών μαγισσών και του γέροντα. Μια φιγούρα-διαμεσολαβητής των νεκρών με τους ζωντανούς.
All things considered
Περισσότερο σαν άσκηση κινηματογραφικού ύφους, παρά σαν μια προσπάθεια "προσθήκης" κάτι ριζικά νέου στον Σαιξπηρικό "θρύλο", το "The Tragedy of Macbeth" του Τζόελ Κοέν είναι μια ταινία "διαχείρισης". Μια αξιοπρεπέστατη, αισθητικά άψογη και στιβαρή εκδοχή του "Μακμπέθ", αρκετά πιο safe και σίγουρα πολύ λιγότερο "αιματοβαμμένη", υπαρξιακή και μακάβρια από όσο ένας Τζόελ Κοέν θα μπορούσε να προσφέρει.
Σημείωση: Πόσο θλιβερό μια ταινία αμιγώς "κινηματογραφική" να κυκλοφορεί αποκλειστικά σε μια πλατφόρμα streaming;
γράφει ο Θοδωρής Λέννας