Όταν ο Paul Thomas Anderson συνάντησε τον Daniel Day Lewis / "There Will be Blood" - "Phantom Thread"
Η επικείμενη κυκλοφορία της νέας ταινίας του Πολ Τόμας Άντερσον με τίτλο "Licorice Pizza" (6/1 στις ελληνικές αίθουσες) μας δίνει την τέλεια αφορμή - λίγες μέρες αφότου υποδεχτήκαμε το 2022- να ανατρέξουμε σε δύο από τις πιο εμβληματικές ταινίες που μας χάρισε ο Άντερσον στη διάρκεια της θαυμαστής πορείας του στο σινεμά. Δύο ταινίες με μια κοινή συνισταμένη - τον Ντάνιελ Ντέι Λίουις.
"Θα Χυθεί Αίμα" / "There Will Be Blood" (2007)
Αυτό που διαχωρίζει τις καλές ή τις πολύ καλές ταινίες από τις πραγματικά σπουδαίες, είναι η δυναμική των δεύτερων να προβάλλονται σε διαφορετικές χρονικές συγκυρίες και περιόδους, αλλά να μην φθείρονται και να μην επηρεάζονται από την εκάστοτε συγκυρία. Ταινίες όχι απλώς διαχρονικές άλλα "άχρονες".
Μια τέτοια ταινία είναι το "Θα Χυθεί Αίμα" που γύρισε ο Άντερσον πριν από περίπου 15 χρόνια (απίστευτο το πως περνάει ο καιρός). Η κατάβαση του Ντάνιελ Ντέι Λίουις στην "κόλαση", γίνεται στα χέρια του Άντερσον μια αρχετυπική παραβολή πάνω στη σκοτεινή τύχη που επιφυλάσσει η μοίρα στους ανθρώπους που η ζωή τους απογύμνωσε από κάθε ίχνος ανθρωπιάς.
Ο ήρωας του Ντέι Λιούις δεν είναι η συμβατική μορφή ενός "κακού" χαρακτήρα. Είναι στην πραγματικότητα ένα "θύμα", ένα "καταραμένο" κτήνος που η επιβολή στους άλλους, η απόρριψη κάθε έννοιας φιλίας, αγάπης, οικογένειας και συντροφικότητας λειτουργούν συνάμα σαν λύτρωση και σαν οριστική ηθική καταδίκη.
Ένας ήρωας τραυματισμένος που μεταθέτει το τραύμα, την "ασθένεια" και την αδυναμία του στο ίδιο του το επάγγελμα: να "τραυματίζει" τη γη και από τον "μαύρο" πλούτο που παράγει να εδραιώνει τη δύναμη, την ισχύ και την εξουσία του απέναντι σε ένα κοινωνικό σύνολο που μισεί και αποστρέφεται - όχι πολιτικά ή ιδεολογικά - αλλά με το ένστικτο του κτήνους που μπορεί να επιβιώσει μόνο αν καταστρέψει.
Νομοτελειακά αυτός ο ήρωας έχει δύο επιλογές: είτε να συμβιβαστεί - δυστυχής - στις νόρμες και τους κανόνες της οικογενειακής "ευτυχίας" ή της θρησκευτικής "γαλήνης", είτε να "ελευθερωθεί" ακολουθώντας το ένστικτο του και να "δολοφονήσει" (μεταφορικά και κυριολεκτικά) τις "σανίδες" (ψευδο)σωτηρίας που του δίνονται και να κατηφορίσει στην κόλαση του. Η τελευταία σκηνή οπτικοποιεί με ασύλληπτη κινηματογραφική δύναμη γιατί η 2η επιλογή είναι αναπόφευκτη.
Μιας και το κείμενο επικεντρώνεται στο ρόλο του Ντέι Λίουις, σήμερα αρκετά χρόνια μετά την πρώτη προβολή της ταινίας, αυτό που καταδιώκει τον γράφοντα σαν γοητευτική "αντίφαση", αλλά και σαν μέγιστο επίτευγμα της ταινίας είναι ο τρόπος που επιλέγει να διαχειριστεί το υλικό ενός "προβληματικού" ήρωα. Το πως η σαφής απεικόνιση της "τερατικής" του πλευράς, κουμπώνει με μια λανθάνουσα ευαισθησία και οίκτο προς αυτή τη κατά πολλούς "μολυσμένη" και "αγιάτρευτη" από το κακό, φιγούρα. Ότι τελικά η πραγματικά σπουδαία Τέχνη, δεν πέφτει στην παγίδα των απλοϊκών διακρίσεων και της ηθικολογίας, αλλά επιλέγει να μελετά, να παρατηρεί και να διευρύνει αυτούς τους ορίζοντες σκέψεις και παρατήρησης.
"Αόρατη Κλωστή" / "Phantom Thread" (2017)
Εδώ το φυζίκ, το ύφος, η στόφα και ο τρόπος ομιλίας του Ντάνιελ Ντέι Λίουις ανατρέπονται, όμως ακόμα και έτσι ο ρόλος του Ρέινολντς Γούντκοκ, έχει τελικά πολλά κοινά σημεία με αυτό του Ντάνιελ Πλέινβιου στο "Θα Χυθεί Αίμα".
Ο Πολ Τόμας Άντερσον "επενδύει" εκ νέου σε έναν "προβληματικό" χαρακτήρα. Έναν ήρωα που κουβαλάει ένα ανεπούλωτο ( ; ) τραύμα από το παρελθόν του που τον καθιστά δυσκοινωνικό, μισάνθρωπο, αποστασιοποιημένο από την ευθυμία και τον έρωτα. Ο Γούντκοκ "κρύβει" τα μυστικά του μέσα στα ρούχα που δημιουργεί. Οι κλωστές και οι ραφές είναι ο "κόσμος" των συναισθημάτων του που αποσιωπά επιμελώς και με εντυπωσιακή προσήλωση μέσω του ρόλου του απόμακρου και σνομπ, δανδή που υποδύεται καθημερινά.
Ο ερχομός της Άλμα στη ζωή του εκτός από το "ξύπνημα" του από τον κόσμο των νεκρών (βλ. την εμμονή με τη νεκρή μητέρα του), σηματοδοτεί και την πιο επώδυνη δοκιμασία για τον Ρέινολντς. Μέχρι να αφεθεί στον πόθο, στο συναίσθημα και στον έρωτα, θα πρέπει πρώτα να δει τη ρουτίνα του, τις βεβαιότητες, την επιμονή σε έναν κόσμο "άχρωμο" και "αποστειρωμένο" να τίθεται σε αμφισβήτηση. Ένα βασανιστήριο που "πρέπει να φτάσει μέχρι το τέλος" ώστε ο Ρέινολντς να απαγκιστρωθεί από τις σκιές του παρελθόντος.
Κι ακόμα και όταν όλα αυτά συντελεστούν, η τελική δοκιμασία δεν μπορεί παρά να ανεβάζει το επίπεδο του πόνου και του ορίου σε αδιανόητα ηθικά και σωματικά ύψη. Η λύτρωση δεν θα είναι εύκολη (όπως και στην περίπτωση του Πλέινβιου από το "Θα Χυθεί Αίμα"), όμως σε αντίθεση με την περίπτωση του "αιμοβόρου" αναζητητή πετρελαίου, η λύτρωση του Ρέινολντς λειτουργεί σαν "άνοδος" στον κόσμο των ζωντανών κι όχι σαν την ολοκλήρωση της κατάβασης στην κόλαση. Σαν ένα παράθυρο ελπίδας, ότι ακόμα και οι "άρρωστοι" αυτού του κόσμου θα μπορέσουν να ιαθούν και να ζήσουν.
Θοδωρής Λέννας
Κινηματογραφική Ανασκόπηση - Επιλέγουμε τις Top-10 ταινίες του 2021